Σχολές Γονέων: Βλέποντας το Σύμπτωμα του Παιδιού με Άλλα Μάτια
Θεραπεία παιδιών σημαίνει (παράλληλα) και θεραπεία γονιών
«Αυτά και αυτά μας κάνουν τα παιδιά», αναφέρουν πανικόβλητοι πολλοί γονείς στον ψυχολόγο ή στον παιδαγωγό. «Να σας τα φέρουμε, δείτε τα…» Και από μέσα τους σκέφτονται: «Και κάντε τα καλά…». Όμως το να αναλάβει κανείς τη θεραπεία ενός παιδιού χωρίς τη στενή συνεργασία με τους γονείς του είναι μία αδικία απέναντι στο παιδί, γιατί καμιά συμπεριφορά παιδιού ή ενηλίκου, δεν είναι ανεξάρτητη από το πλαίσιο όπου εμφανίζεται. Το να δουλεύει ένας θεραπευτής μόνο με το παιδί είναι σαν να το βγάζει από την εστία όπου αναπτύσσεται το πρόβλημά του, να το θεραπεύει σε ένα χώρο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «αποστειρωμένος» από κάθε ανάλογη εστία προβληματισμού και μετά να το στείλει πίσω στον αρχικό και καθημερινό του χώρο, όπου τίποτα, εν τω μεταξύ, δεν θα έχει αλλάξει.
Το κεντρικό ερώτημα όσων ασχολούνται με την ψυχική υγεία των παιδιών -και ειδικά των γονιών- δεν είναι τόσο το πώς θα απαλλαγούν (οι ίδιοι, αλλά και τα παιδιά) από ένα δυσάρεστο σύμπτωμα, όσο το να καταλάβουν γιατί τα παιδιά επιλέγουν να εκφραστούν μέσα από εκείνο το συγκεκριμένο σύμπτωμα και τι θέλουν να πουν με αυτό. Σίγουρα υπάρχει κάποιος λόγος όταν, για παράδειγμα, ένα παιδί εμφανίζει ένα τικ. Ωστόσο, όσο οι γονείς ασχολούνται με την αυτόματη μυϊκή σύσπαση καθεαυτή («Μην το κάνεις αυτό, σταμάτα να κλείνεις το μάτι σου» κτλ.), το τικ θα παραμείνει τικ, οι γονείς θα εξακολουθούν να εκνευρίζονται και το παιδί θα έχει αποτύχει στην προσπάθεια του να… Να κάνει ακριβώς τι; Να πει ακριβώς τι; Γιατί προκαλεί, με αυτό τον τρόπο, το θυμό, τον εκνευρισμό -αλλά, πρώτα απ’ όλα, την προσοχή- των γονιών του; Μήπως αισθάνεται ότι δεν το προσέχουν αρκετά; Μήπως καταλαμβάνει πολύ χώρο μες στη ζωή του ένα καινούργιο αδελφάκι; Υπάρχει κάτι που το βασανίζει και το απασχολεί; Όταν οι γονείς ή ο θεραπευτής ακούσουν μέσα από τη μεταφορική γλώσσα του τικ, το αληθινό παράπονο του παιδιού, τότε το τικ θα αρχίσει να υποχωρεί. Και με τον ίδιο τρόπο θα υποχωρήσουν και άλλα συμπτώματα που προβληματίζουν τους γονείς – αρκεί να τα αποκωδικοποιήσουν σωστά.
Μια άλλη ανησυχία που συχνά εκφράζουν οι γονείς είναι η αδιαφορία ή ακόμα και η αρνητική στάση την οποία υιοθετούν μερικά παιδιά μπροστά στη διαδικασία της μάθησης. Και ενώ είναι λίγα τα παιδιά που γεννιούνται με μια καθαρή ανικανότητα μάθησης, πολλά είναι αυτά που, σε κάποια φάση της μαθητικής τους σταδιοδρομίας, εμφανίζουν μια έντονη δυσκολία συγκέντρωσης και απόδοσης στα μαθήματά τους. Όταν πρόκειται για παιδιά που δεν υστερούν στο επίπεδο της νόησης ή της σχολικής ετοιμότητας, μήπως θα έπρεπε να αναρωτηθούν οι γονείς αν κάποια άλλα θέματα, προφανώς γι’ αυτά πιο σημαντικά από την αριθμητική ή την ορθογραφία, απασχολούν το μυαλό και τις σκέψεις τους;
Επομένως, το «πρόβλημα» ή «σύμπτωμα» ενός μέλους είναι υπόθεση ολόκληρης της οικογένειας. Είναι άσκοπη και αδύνατη η κατανόηση μιας συμπεριφοράς – ευχάριστης ή δυσάρεστης – ενός μέλους της οικογένειας, ανεξάρτητα από τη συμπεριφορά των υπόλοιπων μελών. Έτσι, λοιπόν, ο στόχος δεν είναι ο χαρακτηρισμός ενός παιδιού ως «προβληματικού», αλλά η ανάδειξη των υγιών και λειτουργικών στοιχείων τόσο των παιδιών όσο και των γονιών. Το σύμπτωμα στο παιδί θα αποτελέσει κίνητρο για τους γονείς να αναρωτηθούν για τη δική τους πορεία, αφού το παιδί αναπτύσσεται στην οικογένεια, το συναισθηματικό κλίμα της οποίας καθορίζεται από την ποιότητα της σχέσης που υπάρχει στον πυρήνα της οικογένειας, που δεν είναι άλλος από το ζευγάρι (σύστημα συζύγων). Το σύμπτωμα μπορεί να γίνει μια ευκαιρία για βελτίωση του τρόπου επικοινωνίας του συστήματος του ζευγαριού, του συστήματος των αδερφών και ολόκληρης της οικογένειας.
Πάντως, σκόπιμο είναι να επισημανθεί ότι οι σύγχρονες τάσεις ψυχοθεραπείας υιοθετούν μια ιδιαίτερα αισιόδοξη οπτική σε θέματα οικογενειακής ψυχολογίας. Δίνουν έμφαση στην υγεία («τι πάει καλά στην οικογένεια») και την έννοια της «ανθεκτικότητας» (resilience), θεωρώντας με αυτόν τον τρόπο πως ακόμα και η πιο ‘δυσλειτουργική’ οικογένεια έχει ή μπορεί να δημιουργήσει τους δικούς της ‘υγιείς μηχανισμούς’ που θα τη βοηθήσουν να εξελιχθεί θετικά πέρα από κάθε προσδοκία.
Βιβλιογραφία:
- Νίλσεν, Μ. (2002). Η τέχνη να είσαι γονιός (3η έκδ). Αθήνα: Καστανιώτη.